Αξιολόγηση Διδακτικού Έργου

Η διδακτική πράξη αποτελείται από τρία μέρη:

α. τον προγραμματισμό, β. την διεξαγωγή και γ. την αξιολόγηση.  

Λόγω της ανατροφοδότησης του συστήματος της διδακτικής πράξης αλλά και της τελικής της αποτίμησης ως διδακτικού έργου, η αξιολόγηση έχει εξαιρετική σπουδαιότητα. 
  Η αξιολόγηση όπως και η βαθμολογία είναι βέβαια απαραίτητα στοιχεία γιατί χωρίς αυτές δεν υφίσταται ολοκληρωμένη διαδικασία αφομοίωσης της ύλης, ωστόσο αποτελούν μόνο ένα παιδαγωγικό μέσο ανάμεσα σε άλλα και οπωσδήποτε δεν είναι αυτοσκοπός της διδακτικής πράξης. Η σωστή εφαρμογή τους καταδεικνύεται από το αν και σε ποιο βαθμό εισφέρουν στην ανάπτυξη όλων των μαθητών και δεν την εμποδίζουν. Για το λόγο αυτό οι αξιολογικές κρίσεις που θα συνοδεύσουν την κάθε βαθμολογία είναι απαραίτητες και οφείλουν να αποδίδουν συγκεκριμένα και περιφραστικά το όποιο αποτέλεσμα της αξιολόγησης, αφορούν δε εξίσου διδάσκοντες και διδασκόμενους γιατί εκείνο που αξιολογείται τελικά είναι το ίδιο το διδακτικό έργο. Όπως σε κάθε άλλη παιδαγωγική απόφαση πρέπει να αναλογιζόμαστε εκ των προτέρων τις συνέπειες και τις επιδράσεις των αξιολογικών κρίσεων (π.χ. η επαληθευμένη προφητεία).  
Κριτήρια αξιολόγησης : ως όργανα της αξιολόγησης του διδακτικού έργου μπορούν να χρησιμοποιηθούν έτοιμα σταθμισμένα κριτήρια αλλά και ερωτήσεις που ετοιμάζει ο ίδιος ο εκπαιδευτικός για τις ανάγκες της τάξης του.  

Τύποι ερωτήσεων:υπάρχουν διάφορα είδη ερωτήσεων(ανοικτού ή κλειστού τύπου), που ανταποκρίνονται σε διαφορετικού είδους ζητούμενα της διαδικασίας αξιολόγησης.

-Σύντομης απάντησης

-Συμπλήρωσης

-Πολλαπλής επιλογής 

-Του τύπου σωστό-λάθος

-Σύζευξης

-Ιεράρχησης

-Ανάπτυξης

Διαδικαστικά θέματα της αξιολόγησης:

-Εκ των προτέρων καθορισμός του τι θέλεις να ελέγξεις και να αξιολογήσεις, όπως και του τι θέλεις να πετύχεις με αυτό, με έμφαση στο σημαντικό.

-Επαρκής, τακτικός και διαφοροποιημένος έλεγχος

-Οι αξιολογούμενοι να έχουν επίγνωση των υψηλών απαιτήσεων αλλά συγχρόνως και του ότι όλοι και πάντα έχουν την ίδια ευκαιρία στην επιτυχία

-Αυτοαξιολόγηση συνεχώς του διδάσκοντος

  ΣΤΑΔΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ

Γραπτώς
1.Ωριαίας διδασκαλίας
2.Εβδομαδιαίας ύλης
3.Ανακεφαλαίωσης διδακτικής ενότητας
4.Ωριαία τριμήνου 
Προφορικώς
1.Προηγούμενης διδακτικής ενότητας
2.Ανακεφαλαίωση διδακτικής ενότητας


ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΜΕΘΟΔΩΝ

Κάθε πρότυπο προγραμματισμού της διδασκαλίας (βραχυπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο) έχει ως δομικό στοιχείο του –λειτουργική μονάδα του συστήματος – τον προγραμματισμό της ωριαίας διδασκαλίας.

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΩΡΙΑΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

1.ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
Περιλαμβάνει την ευρύτερη αντίληψη του διδάσκοντος για το Αναλυτικό Πρόγραμμα, τις προϋποθέσεις, την σκοποθεσία και τις επιπτώσεις

2.ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ
-Τροποποίηση περιεχομένου σε διδακτικούς στόχους
-Καθορισμός επιπέδου μάθησης
-Μετασχηματισμός διδακτέας ύλης σε διδάξιμη γνώση
-Προετοιμασία διδακτικού/εποπτικού υλικού

3.ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ-ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ
-Μαθησιακό πλαίσιο
-Παρουσίαση, επεξεργασία
-Εφαρμογή, ανακεφαλαίωση
-Κοινωνική οργάνωση τάξης

4.ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΩΡΙΑΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
-Αξιολόγηση μάθησης
-Μεταγνωστική θεώρηση


Διαδικασίες που βασίζονται στην επιστημονική επάρκεια και στις τεχνοκρατικές δεξιότητες του εκπαιδευτικού είναι η δεύτερη και η τρίτη.
Οι πρώτη και τέταρτη φάση προωθούν τον προγραμματισμό μακρύτερα από ειστημονικο-τεχνοκρατική του διάσταση στο επίπεδο ενός ευρύτερου αξιολογικής τάξης προβληματισμού.

Ο χρόνος που έχει στη διάθεσή του ο εκπαιδευτικός συνυφαίνει τη θεωρητική με την πρακτική διάσταση της διδακτικής καθώς είναι σημαντικός παράγοντας μάθησης και αξιόλογο μέσο υλοποίησης της εκπαιδευτικής πολιτικής.

Η διδασκαλία ως σκόπιμη δραστηριότητα πρέπει να προγραμματίζεται ώστε να καθορίζονται οι στόχοι της και να οργανώνονται το διδακτικό υλικό και οι δραστηριότητες που την απαρτίζουν.
 Κάθε επιμέρους ενότητα (βραχυπρόθεσμος σχεδιασμός ) αποτελεί τμήμα της ευρύτερης υλοποίησης (μακροπρόθεσμος σχεδιασμός) διδακτικών σκοπών εκπαίδευσης.
Ο ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΩΣ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ αναδεικνύει την όλη αξιακή και επιστημονική φύση του διδακτικού έργου.

A Φάση Επιμόρφωσης

ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ Π.Ε.Κ

Α ΦΑΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ 2008-2009

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΤΜΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ 

Διδάσκουσα: δρ Κωνσταντίνα Παλαμιώτου 

Σχολική Σύμβουλος ΠΕ2 Ν.Σάμου

Θεματικές Α Φάσης

ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

1.Χωροπαιδαγωγική
2.Χωροταξία 
3.Ανθρωπογεωγραφία της σχολικής τάξης
4.Αταξία στη σχολική τάξη:
α.-Μη λεκτικές παρεμβάσεις
β.-Λεκτικές παρεμβάσεις
5.Όροι επιβολής κυρώσεων
6.Νομοθεσία σχολικών ποινών
7.Κριτήρια εκπαιδευτικών προσδοκιών:
α.-Αυτοεκπληρούμενη πρόβλεψη και τρόποι λειτουργίας της
β.-Διαφοροποίηση διδακτικής συμπεριφοράς / Βαθμός επίδρασης
-στην επικοινωνία
-στον χρόνο αναμονής και βοήθειας
-στον τρόπο αντιμετώπισης των εσφαλμένων απαντήσεων
-στον τρόπο ανατροφοδότησης

Φιλοσοφία της Γλώσσης

Φιλοσοφία της
Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης
Εισήγηση
της φιλολόγου
και δρος Φιλοσοφίας
Εθνικού και Καποδιστριακού Παν/μίου Αθηνών
Κωνσταντίνας Παλαμιώτου
Σχολικής Συμβούλου ΥΠΕΠΘ
στο 86ο Ύπατο Συνέδριο της AHEPA
Αθήνα, 30 Ιουνίου - 6 Ιουλίου 2008
Υπό την αιγίδα του 
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ 
Με τη στήριξη των :
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ


Αγαπητοί Συνέλληνες,
Κατά πρώτον εκφράζω τις ευχαριστίες μου στην οργανωτική επιτροπή του Συνεδρίου για την ευγενική της πρόσκληση να ομιλήσω σε αυτό σε μια πολύ ενδιαφέρουσα θεματική, όπως αυτή της «Διαχρονικής Ακτινοβολίας της Ελληνικής Γλώσσης».
Κυρία Πρόεδρε, ελλογιμότατοι σύνεδροι ,
κάθε γλώσσα αποτελεί ένα σύστημα φωνητικής σημαντικής , στο οποίο κάθε λέξη και όνομα απαρτίζει το σημείον τομής του αισθητού κόσμου με τον νοητό.

Ιδιαζόντως , συμβαίνει αυτό προκειμένου για την Αρχαία Ελληνική στη διαχρονία της, μέχρι την παρούσα μορφή της ως Νεοελληνική Καθομιλουμένη, εφόσον υπήρξε Πρωτογλώσσα αναμφισβητήτως: συνεπώς η σημαντική της άπτεται του καταστατικού της ανθρώπινης εσωτερικότητος και κατ αυτά ανακηρύσσεται σε Γλώσσα Διεθνή.
Όταν ομιλεί ο κόσμος απαντά η ψυχή και το πνεύμα και μέσα από αυτόν τον υπαρξιακό διάλογο προκύπτει η αλήθεια ως διά του λόγου παρουσία του Είναι στη γλώσσα.
Η οντολογική διάσταση της γλώσσης ως Λόγου παραδίδεται ενωρίς ήδη από τον Προσωκρατικό Ηράκλειτο, ο οποίος καταχωρεί τον Λόγο ως Αρχή και Νόμο του Κόσμου και κυβερνήτη των αντικρουόμενων εκδοχών του Γίγνεσθαι . Κατά τον ίδιον αν και τα «έπεα» των ανθρώπων είναι συχνά ανεύθυνα ο Λόγος είναι το μόνιμο και καθολικό θεμέλιο της φύσης.

Ο Πλάτων αναφέρει στον γλωσσολογικό του διάλογο «Κρατύλο» τις απόψεις του για τη «φύσει» και «νόμω» γλώσσα, όπου διαπιστώνει ότι αφενός η κατοχή των γλωσσικών συμβόλων δεν προδικάζει και γνώση ουσιαστική των πραγμάτων -καθώς «λέγειν» και διάνοια δεν είναι το ίδιο – αφετέρου ότι γλώσσα και διάνοια έχουν στενή σχέση, αφού ο κόσμος των σημείων αποκτά αξία εκ του νοήματός τους. Ο ίδιος σαφώς λέγει ότι ο «λόγος» και όχι το «όνομα» είναι ο φορέας της αλήθειας.

Ο Αριστοτέλης αντιλαμβάνεται τη συνάντηση πνεύματος και κόσμου μέσω της γλώσσης: κατά τον Σταγιρίτη, η γλώσσα συμβιβάζει το νόημα με τη φύση για να καταστεί ο φυσικός κόσμος εκφραστός και κατανοητός. Η ουσιαστική συμβολή του Φιλοσόφου στη γλωσσολογική έρευνα συνίσταται στην αναγνώριση της προέλευσης της Γραμματικής από τη Λογική.
Τη λέξη ως προϊόν και έργο του πνεύματος κατανοούμε συμβολικώς αν αναλογιστούμε την διδασκαλία του Ευαγγελιστή Ιωάννη για την Αγία Τριάδα: Ο Ιησούς ως ενσαρκωμένος Λόγος, ευρίσκεται σε τέτοιου είδους σχέση προς τον Πατέρα, με αυτή που ευρίσκεται ο ενδιάθετος λόγος προς τον προφορικό στους Στωικούς. Κατά τον Θωμά Ακυινάτη η λέξη και το όνομα προσομοιάζουν στο φως, που μέσα του φανερώνεται το χρώμα.

Από τα παραπάνω ενδεικτικά και κυρίαρχα παραδείγματα φιλοσοφικών προσεγγίσεων, στον περιοριστικό χρόνο του παρόντος συμποσίου, όπως και από πλήθος άλλων Αρχαίων και νεωτέρων φιλοσόφων (Παρμενίδης, Σοφιστές, Δημόκριτος, Στωικοί, Πλωτίνος, Πρόκλος, Vico, Humboldt, Hegel, Herbart, Steinthal, Cassiret, Husserl, Heidegger) συνάγεται η διαφορετικότης των προσεγγίσεων σχετικώς προς την προέλευση, τη λειτουργία και την ουσία της γλώσσης. Ωστόσο κάθε ερευνητής θα διαπίστωνε εν προκειμένω ότι το γλωσσικό φαινόμενο αποτελεί κοινή συνισταμένη πολλών συνιστωσών και συνεπώς είναι πολυεπίπεδο και πολυσήμαντο. Η γλώσσα ως πολιτιστική κατάκτηση και ειδικώς η Αρχαιοελληνική Πρωτογλώσσα, αρχική των προπατόρων μας επινόηση, όπως παραστατικά παρουσιάζεται στον πίνακα «ET IN ARCADIA EGΟ», αποτελεί την λογική κυριαρχία της ανθρώπινης διάνοιας στο χάος των εξωτερικών εντυπώσεων του αισθητού κόσμου.

Ολόκληρη η πολιτιστική μας κληρονομιά και η πνευματική ανθρώπινη δημιουργία στο σύνολό της εδράζεται στη γλώσσα και στο λόγο ως όργανο του πνεύματος που συλλαμβάνει την λογική ουσία των πραγμάτων και των καταστάσεων. Έτσι η γλώσσα αποθησαυρίζει και αποκρυσταλλώνει τα επιτεύγματα του πνεύματος.
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η μέθοδος της λογικής ανάλυσης, που επικράτησε τις τελευταίες δεκαετίες του εικοστού αιώνα ως τάση και μέθοδος της φιλοσοφίας της γλώσσας είναι ανεπαρκής καθώς περιορίζεται στις συνάψεις εννοιών και νοημάτων , στερείται όμως της δυνατότητος να επιχειρήσει την προσέγγιση του πλούτου του φιλοσοφικού λόγου, του οποίου βασικό εργαλείο υπήρξε ανέκαθεν η Ελληνική γλώσσα στη διαχρονία της.
Η προσπάθεια των διανοουμένων Ελλήνων στον αιώνα μας, πρέπει να στραφεί στην προβολή του αιτήματος της διεθνοποίησης της ελληνικής γλώσσης στη διαχρονική της παγιωμένη μορφή.

Όταν σε όλο τον κόσμο στη διαμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών των εγκυροτέρων πανεπιστημιακών σχολών υπάρχει ενδιαφέρον τόσο για τη διδασκαλία της Νέας Ελληνικής ως ξένης γλώσσης, όσο και της Αρχαίας Ελληνικής (ακόμη και για τις θεραπευτικές ιδιότητες της ανάγνωσης αρχαιοελληνικών κειμένων από το πρωτότυπο), θα ήταν εξαιρετικά άστοχο εμείς οι ίδιοι οι Έλληνες να εξακολουθήσουμε να παραμένουμε στις «ψευτοπροοδευτικές» αντιλήψεις, που οδήγησαν στην εξωφρενική κατάργηση του πολυτονικού και στη συρρίκνωση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων, σε σημείο να μοιάζουν «ξένη γλώσσα» για τη σημερινή νεολαία. 

Όσοι γνωρίζουν οφείλουν να διαδίδουν την Γλώσσα την Ελληνική, σε όποια μορφή της: οι δάσκαλοι στους μαθητές, οι φιλόλογοι στους φοιτητές, οι γονείς στα παιδιά, παροιμίες σε τοπικές διαλέκτους οι παππούδες στα εγγόνια, αρχαιοελληνικά κείμενα οι ειδικοί σε σεμινάρια «διά βίου εκπαίδευσης», παρουσιάσεις οι ερευνητές ξεχασμένων περιοχών, όπως τα ελληνόφωνα χωριά της Καλαβρίας, τραγούδια στο διαδίκτυο για τη νεολαία ,όπως αυτό που θα δείτε στο τέλος της εισήγησής μου.
Αρχή της επίλυσης ενός προβλήματος είναι η διαπίστωσή του: όλοι διαπιστώσαμε τόσα αυτές τις μέρες, είναι καιρός να πράξουμε ανάλογα.

Δρ. Κωνσταντίνα Παλαμιώτου
Σχολική Σύμβουλος ΠΕ2 ΥΠΕΠΘ


Μεταφορικός Λόγος

Μερικές απόψεις του Αριστοτέλη σχετικές με τη λειτουργία της μεταφορικής γλώσσας στη φιλοσοφία και την τέχνη, όπως τις συμπεριέλαβα στο βιβλίο μου "Φιλοσοφικά Μελετήματα"

Μεταφορικός Λόγος

(Δεξί κλικ - Save As)

Πρακτικά Συνεδρίου Αίγινας 1995

Δείτε παρακάτω την εισήγησή μου στο συνέδριο Φιλοσοφίας και Παιδείας που πραγματοποιήθηκε στην Αίγινα το 1995 και η οποία αφορά στη Φιλοσοφία ως μάθημα στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Αίγινα 1995 - Συνέδριο Φιλοσοφίας και Παιδείας

(Δεξί κλικ - Save As).



Γ' φάση Εισαγωγικής Επιμόρφωσης 2007 - 2008

ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ Π.Ε.Κ
Γ ΦΑΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΑΜΟΥ


1ο ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ-ΜΑΘΗΤΩΝ
ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ
Κατά τον 20ο αιώνα, και υπερβαίνοντας τις αντιλήψεις του παραδοσιακού τύπου σχολικής τάξης, διαμορφώθηκαν τέσσερις νέες συγκροτημένες παιδαγωγικο-διδακτικές θεωρίες για την οργάνωση της σχολικής τάξης και τη μεθόδευση της διδασκαλίας:
1.Η συμπεριφοριστική η οποία, βασιζόμενη στη θεωρία της ελλειμματικότητας του παιδιού και στηριζόμενη σε συγκροτημένα πρότυπα μορφοποίησης της συμπεριφοράς, επιχείρησε να προτείνει μοντέλα προγραμματισμένης και εμπεδωτικής διδασκαλίας .
2.Αντιθέτως, η ανθρωπιστική θεωρία, βασισμένη στην εν δυνάμει εσωτερική προδιαγραφή της πορείας ανάπτυξης του παιδιού σε συνθήκες ελεύθερης επιλογής και αυτορρύθμισης , προτείνει τη χρήση διαλογικών και διερευνητικών μορφών διδασκαλίας.
3.Η ψυχοδυναμική σχολή τοποθετείται συνδυαστικά ανάμεσα στις δυο προηγούμενες αντίθετες θεωρίες και , στηριζόμενη στην αλληλεπίδραση του εξωτερικού και του εσωτερικού παράγοντα στην παιδαγωγική διαδικασία, αναδεικνύει τόσο τον ενεργητικό ρόλο του μαθητή , όσο και το ρόλο του συμβούλου-εκπαιδευτικού, ο οποίος βοηθά τον μαθητή να συνειδητοποιήσει τις δυνατότητες και τις ανάγκες του και να προγραμματίσει τη μελλοντική δράση του με υπεύθυνο και λογικό τρόπο. Όσον αφορά τη μεθόδευση της διδασκαλίας οι νεο-βιγκοτσιανοί ψυχολόγοι έχουν διαμορφώσει μοντέλα, τα οποία αξιοποιούν την αρχή της «φθίνουσας καθοδήγησης» (διδασκαλική στήριξη, καθοδήγηση στην έρευνα).
4.Η ερευνητική σχολή τέλος ασχολείται με την ανάδειξη των συνθηκών της αποτελεσματικής διδασκαλίας και των χαρακτηριστικών του αποτελεσματικού εκπαιδευτικού, δίνοντας προτάσεις για: α)την οργάνωση της σχολικής τάξης, β)τη ρύθμιση των διαπροσωπικών σχέσεων μέσα στην τάξη, γ)τη μεθόδευση της διδασκαλίας με βαρύτητα στην πρόληψη των προβλημάτων συμπεριφοράς.
Ο εκπαιδευτικός με βάση τις αλληλοσυμπληρούμενες προτάσεις των θεωριών αυτών συνειδητοποιεί και οικοδομεί την προσωπική θεωρία για τη σχολική τάξη και έτσι διαμορφώνει τα δρώμενα μέσα σε αυτή. Η προσωπική θεωρία του εκπαιδευτικού είναι ένα δυναμικό (συνεπώς ελαστικό και μεταβαλλόμενο)σύστημα γνώσεων και εμπειριών που αφορούν στο διδακτικό έργο, που συχνά παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση.
Σκοπός των επιμορφώσεων του εκπαιδευτικού είναι η συνειδητοποίηση, η συστηματοποίηση και ο εμπλουτισμός της προσωπικής θεωρίας και η άμεση συσχέτισή της με τη διδακτική πράξη.


ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ- ΤΟ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ

Συναισθηματικός τομέας: συνοχή, διενεκτικότητα, διάσπαση, ικανοποίηση, αδιαφορία
Τομέας κοινωνικής οργάνωσης: δημοκρατικότητα, ανταγωνιστικότητα, ευνοιοκρατία, ανομοιογένεια
Τομέας εργασίας: καθορισμός στόχων, υλική υποδομή, καθιέρωση κανόνων λειτουργίας, δυσκολία έργου, ταχύτητα εργασίας, αποδιοργάνωση

ΘΕΤΙΚΟ ΚΛΙΜΑ ΤΑΞΗΣ
Στηρίζει ψυχολογικά τους μαθητές και προκαλεί το ενδιαφέρον τους
Εκφράζει υψηλές προσδοκίες για τους μαθητές
Επιλέγει μαθητοκεντρικές προσεγγίσεις σε θέματα διδασκαλίας και οργάνωσης
Παρέχει άμεσες ανατροφοδοτήσεις στους μαθητές
Δημιουργεί οικογενειακή ατμόσφαιρα
Ενθαρρύνει τη διαπροσωπική επικοινωνία και συνεργασία
Αποτιμά θετικά την επιτυχία
Διατυπώνει ξεκάθαρους κανόνες συμπεριφοράς
Προσδίδει ακαδημαϊκό προσανατολισμό στη σχολική εργασία
Εκφράζει έμπρακτα την εμπιστοσύνη προς τους μαθητές



2ο ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ
Η ΜΕΘΟΔΕΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Πορεία διδασκαλίας: Αναφέρεται στην οργάνωση των επιμέρους διδακτικο-μαθησιακών δραστηριοτήτων σε βήματα οργανωμένα με λογική σειρά και ακολουθία
Μέθοδος διδασκαλίας: Αναφέρεται άλλοτε μεν στον τρόπο επεξεργασίας και συσχετισμού των δεδομένων και άλλοτε σε συγκροτημένα συστήματα διδακτικής προσέγγισης
Μορφή διδασκαλίας: Αναφέρεται στον τρόπο παρουσίασης του μαθήματος (μονολογικός, διαλογικός, διαλεκτικός, επιδεικτικός)

ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ
Μοντέλα διδασκαλίας: Αναφέρονται άλλοτε μεν στις διδακτικο-μαθησιακές δραστηριότητες της ωριαίας διδασκαλίας και άλλοτε στο ευρύτερο περιεχόμενο του εκπαιδευτικού συστήματος
Στρατηγικές διδασκαλίας: Αναφέρονται στην οργανωμένη συνακολουθία διδακτικο-μαθησιακών δραστηριοτήτων, που προσφέρονται για την υλοποίηση συγκεκριμένων διδακτικών στόχων

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ-ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ
Στρατηγική επαγωγικο-υποθετικής διδασκαλίας
Στρατηγικής απαγωγικής διδασκαλίας
Στρατηγική επαγωγικο-απαγωγικής διδασκαλίας
Στρατηγική μονολογικο-διαλεκτικής διδασκαλίας
Στρατηγική νοηματικής προσέγγισης γραπτού λόγου
Στρατηγική αποτελεσματικής διδασκαλίας
Στρατηγική κατευθυνόμενης διερεύνησης
Ομαδοσυνεργατική στρατηγική


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Οι φάσεις της ωριαίας διδασκαλίας αναπτύσσονται με βάση ένα οργανόγραμμα ωριαίας διδασκαλίας με τρόπο ώστε τα επιμέρους βήματα κάθε φάσης να διευκολύνουν τη λειτουργία της συγκεκριμένης φάσης και όλες οι φάσεις στο σύνολό τους να διευκολύνουν την οικοδόμηση της γνώσης
Η πρώτη φάση προετοιμάζει ψυχολογικά και γνωσιολογικά τους μαθητές, η δεύτερη τους φέρνει σε επαφή με το διδακτικό αντικείμενο, η τρίτη βοηθά στην επεξεργασία, η τέταρτη προσφέρει ευκαιρίες εφαρμογής, η πέμπτη ελέγχει και ανατροφοδοτεί την κατανόηση, η έκτη κάνει συστηματοποίηση και ανακεφαλαίωση της νέας μάθησης και η έβδομη αξιολογεί το βαθμό μάθησης που πέτυχαν οι μαθητές και τον τρόπο σκέψης που ακολούθησαν κατά τις επιμέρους φάσεις της διδασκαλίας
Οι γενικές διδακτικές αρχές που διέπουν τη διδακτική διαδικασία είναι:
Η ψυχολογική αποδοχή και στήριξη
Η συμμετοχική διαδικασία
Η ολότητα
Η εποπτεία
Η επαγωγικότητα
Η διαφοροποίηση
Η διαθεματικότητα



3ο ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ
ΘΕΜΑΤΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Μετά τον προγραμματισμό και τη διεξαγωγή , η αξιολόγηση είναι το τρίτο μέρος της διδακτικής πράξης. Το αποτέλεσμα της αξιολόγησης εκφράζεται με τη βοήθεια αριθμητικών ή γραμματικών κλιμάκων (βαθμολογία) , των οποίων η χρήση έχει ως σκοπό να ανατροφοδοτήσει τους εμπλεκόμενους στη διδακτική διαδικασία.
Όργανα αξιολόγησης είναι: είτε σταθμισμένα κριτήρια αξιολόγησης, που ετοιμάζονται από ειδικούς φορείς για τους εκπαιδευτικούς, είτε ερωτήσεις ανοικτού ή κλειστού τύπου, που ετοιμάζει για τις ανάγκες της τάξης του ο ίδιος ο εκπαιδευτικός.
Οι συγκρίσεις όμως και ο ανταγωνισμός που προκύπτουν από τη χρήση βαθμολογικών κλιμάκων , έχουν οδηγήσει τη σύγχρονη παιδαγωγική στην αναζήτηση εναλλακτικών μορφών βαθμολογίας όπως η αντικατάσταση της βαθμολογικής από περιγραφική αξιολόγηση και η χρήση μικτών μορφών βαθμολογίας που θα αξιολογείται εκτός από τη μάθηση , η προσπάθεια και ο βαθμός αυτοβελτίωσης των μαθητών.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η αξιολόγηση και η βαθμολογία είναι απαραίτητα συστατικά στοιχεία της διαδικασίας της διδασκαλίας. Χωρίς αξιολόγηση δεν υπάρχει ολοκληρωμένη διαδικασία αφομοίωσης της διδακτικής ύλης. Η συμπεριφορά του διδάσκοντα κατά την αξιολόγηση, ασκεί μεγάλη επίδραση στη σχέση δάσκαλου-μαθητή.
Ωστόσο η αξιολόγηση και η βαθμολογία είναι μόνο ένα από τα μέσα παιδαγωγικής ανάμεσα σε άλλα. Δεν μπορούν να κάνουν «θαύματα» αν για παράδειγμα ο καθορισμός των σκοπών και του περιεχομένου της διδασκαλίας έχει κενά. Αν και είναι μέσα παιδαγωγικής, έπονται, και προηγείται η σχέση διδάσκοντα-μαθητή. Όταν ο δάσκαλος διαθέτει «μικρό κύρος» οι μαθητές του δεν τον θεωρούν δίκαιο. Ως μέθοδος παρακίνησης η αξιολόγηση και η βαθμολογία δεν είναι ούτε οι μοναδικές ούτε οι πιο κατάλληλες κατά περίπτωση.
Εφαρμόζονται σωστά μόνον όταν βοηθούν στην ανάπτυξη όλων των μαθητών και δεν εμποδίζουν ορισμένους από αυτούς. Ο διδάσκοντας πρέπει να συγκεκριμενοποιεί σωστά τους στόχους και τις απαιτήσεις του αναλυτικού προγράμματος της τάξης του. Οι κρίσεις αξιολόγησης πρέπει να είναι πάντα συγκεκριμένες και τελικώς ο διδάσκοντας φέρει την απόλυτη ευθύνη για αυτές .
Η αξιολόγηση, όπως όλες οι παιδαγωγικές αποφάσεις, απαιτούν προηγουμένως να αναλογιζόμαστε τις επιδράσεις που θα έχουν.
Κωνσταντίνα Παλαμιώτου
Σχολική Σύμβουλος ΠΕ02 Σάμου-Ικαρίας-Φούρνων