Σωκρατική συνέπεια


ΣΩΚΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΠΕΙΑ 
απέναντι στο "κώνειο"

Η ιστορία είναι γνωστή : Ο Κρίτων προσπαθεί και  πιέζει τον Σωκράτη να αποδράσει.  Όλοι οι φίλοι είναι αποφασισμένοι να διακινδυνεύσουν τα πάντα προκειμένου να τον σώσουν, του λέει. Του λέει ακόμη να σκεφτεί τα παιδιά του, που θα μείνουν ορφανά, τους φίλους του, που θα θεωρηθούν από όλους ότι ήταν δειλοί και τον εγκατέλειψαν να πεθάνει. 

Αλλά  ο Σωκράτης αντιλέγει: «Δεν μπορώ να αρνηθώ τώρα εκείνα που έλεγα πριν, επειδή μου ήρθαν έτσι τα πράγματα… και δεν θα επιτρέψω ούτε σε σένα ούτε σε κανέναν να τρομοκρατηθεί από τη δύναμη του πλήθους λες κι είμαστε παιδάκια…». 
Ο Σωκράτης δεν πρόκειται να δραπετεύσει διότι μοναδική του μέριμνα δεν είναι να παραμείνει ζωντανός, αλλά να ζήσει με συνέπεια διατηρώντας άμεμπτη την ψυχή του.
Και καθώς πλησιάζει το τέλος της φιλοσοφημένης ζωής του, δίνει ένα τελευταίο μάθημα στον αγαπημένο του μαθητή, λέγοντας τα εξής:

Ας υποθέσουμε ότι ενώ είμαστε έτοιμοι να αποδράσουμε, έρθουν εδώ οι Νόμοι και οι Αρχές της Πόλης και μας ρωτήσουν: 

«Για πες μας Σωκράτη, τι σκοπεύεις να κάνεις; Μήπως με αυτή σου την ενέργεια οδηγήσεις στην καταστροφή κι εμάς τους νόμους και ολόκληρη την πόλη; Ή μήπως νομίζεις ότι μπορεί να διατηρηθεί το πολίτευμα και να μην ανατραπεί όταν οι αποφάσεις των δικαστηρίων δεν εκτελούνται, αφού οι πολίτες τις καταργούν;» Τι θα πούμε εμείς; Ότι μας αδίκησε η πόλη και δεν έκρινε σωστά την υπόθεσή μας; Αν το πούμε αυτό, τότε οι νόμοι θα ρωτήσουν:

«Αυτά συμφωνήσαμε μεταξύ μας, Σωκράτη;
Ή μήπως είσαι τέτοιος σοφός που σου διέφυγε πως από τον πατέρα και την μητέρα και από όλους τους άλλους προγόνους, το τιμιότερο είναι η πατρίδα και το πιο αξιοσέβαστο και το αγιότερο, και τη θεωρούν πιο σημαντική και οι θεοί και όσοι άνθρωποι έχουν μυαλό; Και ό, τι σε προστάζει η πατρίδα πρέπει να κάνεις είτε είναι στον πόλεμο είτε στο δικαστήριο, εκτός και αν την πείσεις για το αντίθετο με τον τρόπο που ορίζει η δικαιοσύνη.

Γιατί εμείς, αφού σε γεννήσαμε, σε αναθρέψαμε, σε μορφώσαμε και μεταδώσαμε όσα καλά μπορούσαμε σε σένα και σε κάθε πολίτη, δώσαμε ωστόσο εκ των προτέρων το δικαίωμα σε όποιον Αθηναίο επιθυμεί, αφού πρώτα περάσει τη δοκιμασία και ενημερωθεί για το πολίτευμα και για εμάς, τους νόμους, αν δεν του αρέσουμε, να πάρει τα πράγματά του και να πάει όπου θέλει, και κανένας από εμάς τους νόμους δεν εμποδίζει ούτε απαγορεύει σε κάποιον να εγκατασταθεί σε κάποια αποικία ή κάπου αλλού.

Όποιος όμως παραμένει, σημαίνει πως συμφωνεί με τον τρόπο διοίκησης και διεξαγωγής των δικών και οφείλει να υπακούει σε όσα προστάζουμε. Εκείνος που δεν υπακούει διαπράττει τρία αδικήματα:
Πρώτον, αδικεί αυτούς που τον γέννησαν και τον ανέθρεψαν.
Δεύτερον, ενώ συμφώνησε να υπακούει στις εντολές μας, παραβαίνει τη συμφωνία.
Τρίτον, όχι μόνο δεν μας υπακούει, αλλά δεν κάνει και τίποτα για να μας πείσει πως έχουμε άδικο, ενώ του δίνουμε αυτό το δικαίωμα.
Αυτές οι κατηγορίες θα σε βαραίνουν, Σωκράτη, αν πράξεις αυτό που σκέφτεσαι, κι εσένα μάλιστα περισσότερο από κάθε άλλον Αθηναίο. Διότι εσύ τόσο πολύ αγάπησες αυτή την πόλη που ποτέ δεν  βγήκες από αυτήν, εκτός από μία φορά που πήγες στον Ισθμό για τις γιορτές, κι όποτε χρειάστηκε να πολεμήσεις. Τόσο πολύ αγάπησες εμάς και την πόλη που και τα παιδιά σου εδώ επέλεξες να τα γεννήσεις. Ύστερα, θα μπορούσες να επιλέξεις ως ποινή την εξορία, αλλά ούτε αυτό έκανες. Εσύ, λοιπόν που επί εβδομήντα ολόκληρα χρόνια δεν αμφισβήτησες ποτέ την ορθότητά μας και τήρησες τη συμφωνία μας· εσύ που ταξίδεψες εκτός πόλης λιγότερο απ’ ότι οι κουτσοί, οι τυφλοί και οι άλλοι ανάπηροι, δεν θα τηρήσεις τη συμφωνία μας; Θα συμφωνήσεις μαζί μας Σωκράτη, και δεν θα γίνεις περίγελως εγκαταλείποντας την πόλη.»

Ο Κρίτων σώπασε, ο Σωκράτης τήρησε το συμβόλαιο που είχε συνάψει με την Αθήνα που λάτρεψε, και πέθανε ήσυχα πίνοντας το κώνειο. Φεύγοντας με αυτόν τον τρόπο από τη ζωή, απέδειξε πως όταν έλεγε «οὐδαμῶς δεῖ ἀδικεῖν» εννοούσε την κάθε λέξη.