ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΗΛΙΟΥΠΟΛΗ 
ΣΤΙΣ 29 ΜΑΪΟΥ 2016
ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΙΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΣΤΕΓΗΣ
 ΜΕ ΘΕΜΑ:
Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ 

ΛΟΓΟΣ ΠΡΟΟΙΜΙΑΚΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΑΛΩΣΕΩΣ

Ἀπαρτίσας οὖν τὰ πάντα, ὡς αὐτῷ ἐδόκει καλῶς, ἔπεμψεν ἔνδον λέγων τῷ βασιλεῖ «Γίνωσκε τὰ τοῦ πολέμου ἤδη ἀπήρτησθαι· καὶ καιρός ἐστιν ἀπό τοῦ νῦν πρᾶξαι τὸ ἐνθυμηθὲν πρὸ πολλοῦ παρ’ ἡμῖν νῦν· τὴν δὲ ἔκβασιν τοῦ σκοποῦ τῷ Θεῷ ἐφίεμεν. Τί λέγεις; Βούλει καταλιπεῖν τὴν πόλιν καὶ ἀπελθεῖν, ἔνθα καὶ βούλει, μετὰ τῶν σῶν ἀρχόντων καὶ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῖς, καταλιπὼν τὸν δῆμον ἀζήμιον εἶναι καὶ παρ’ ἡμῶν καὶ παρά σοῦ; ἤ ἀντιστῆναι καὶ σὺν τῇ ζωῇ καὶ τὰ ὑπάρχοντα ἀπολέσεις σύ τε καὶ οἱ μετὰ σέ, ὁ δὲ δῆμος αἰχμαλωτιστθεὶς παρὰ τῶν Τούρκων διασπαρῶσιν ἐν πάσῃ τῇ γῇ;»

Ὁ βασιλεὺς δ’ ἀπεκρίνατο σὺν τῇ συγκλήτῳ· «Εἰ μἐν βούλει, καθὼς καὶ οἱ πατέρες σου ἔζησαν, εἰρηνικῶς σὺν ἡμῖν συζῆσαι καὶ σύ, τῷ Θεῷ χάρις. Ἐκεῖνοι γὰρ τοὺς ἐμοὺς γονεῖς ὡς πατέρας ἐλόγιζον καὶ οὕτως ἐτίμων, τὴν δὲ πόλιν ταύτην ὡς πατρίδα· καὶ γὰρ ἐν καιρῷ περιστάσεως ἅπαντες ἐντὸς ταύτης εἰσιόντες ἐσώθησαν καὶ οὐδεὶς ὁ ἀντισταίνων ἐμακροβίω. Ἔχε δὲ καὶ τὰ παρ’ ἡμῖν ἁρπαχθέντα ἀδίκως κάστρα καὶ γῆν ὡς δίκαια καὶ ἀπόκοψον καὶ τοὺς φόρους τόσους, ὅσους κατὰ τὴν ἡμετέραν δύναμιν, κατ’ ἔτος τοῦ δοῦναι σοι καὶ ἄπελθε ἐν εἰρήνῃ. Τί γὰρ οἶδας, εἰ θαῤῥῶν κερδᾶναι εὐρεθῇς κερδανθείς; Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοι δοῦναι, οὔτ’ ἐμόν ἐστιν οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ· κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν».

Μετάφραση:
(Ο Μεχεμέτ), αφού ετοίμασε τα πάντα όπως καλύτερα νόμιζε, έστειλε μήνυμα λέγοντας στο βασιλιά: «Μάθε ότι έχουν τελειώσει οι πολεμικές προετοιμασίες. Ήρθε πια η ώρα να κάνουμε πράξη αυτό που θέλουμε εδώ και πολύ καιρό. Την έκβασή του την αφήνουμε στο Θεό. Τι λες; Θέλεις να εγκαταλείψεις την Πόλη και να φύγεις, όπου θέλεις, μαζί με τους άρχοντές σου και τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας αζήμιο το λαό και από μένα και από σένα; Ή θέλεις να αντισταθείς και να χάσεις τη ζωή σου και τα υπάρχοντά σου και συ και οι μετά σου, κι ο λαός αφού αιχμαλωτιστεί από τους Τούρκους, να διασκορπιστεί σ’ όλη τη γη;»  Κι ο βασιλιάς με τη σύγκλητο αποκρίθηκε: «Αν θέλεις να ζήσεις μαζί μας ειρηνικά, όπως και οι πρόγονοί σου, ας έχεις την ευλογία του Θεού. Γιατί εκείνοι θεωρούσαν τους γονείς μου ως πατέρες τους και τους τιμούσαν ανάλογα, κι αυτή την πόλη τη θεωρούσαν ως πατρίδα τους. Σε καιρό ανάγκης όλοι τους έτρεχαν μέσα να σωθούν και κανένας αντίπαλός της δεν έζησε πολλά χρόνια. Κράτα τα κάστρα και τη γη που μας άρπαξες άδικα, όρισε και ετήσιους φόρους ανάλογα με τη δύναμή μας κα φύγε ειρηνικά. Σκέφτηκες ότι ενώ νομίζεις πως θα κερδίσεις μπορεί να βρεθείς χαμένος; Το να σου παραδώσω την Πόλη ούτε δικό μου δικαίωμα είναι ούτε κανενός άλλου από τους κατοίκους της· γιατί όλοι με μια ψυχή προτιμούμε να πεθάνουμε με τη θέλησή μας και δε λυπόμαστε για τη ζωή μας».


Τα σημάδια των καιρών είχαν δείξει προ πολλού ότι η βασιλίδα των πόλεων  επρόκειτο να ζήσει τις τελευταίες ημέρες της. 
Ήδη από το 1354 και την κατάληψη της Καλλίπολης από τους Οθωμανούς σταδιακά μέχρι το 1373 το Βυζάντιο είχε καταστεί φόρου υποτελές στον σουλτάνο.
Οι λόγοι της παρακμής; Η πολιτική και θρησκευτική διχόνοια, η οικονομική αιμορραγία, η φυγή του ανθρώπινου δυναμικού στη Δύση.
Ωστόσο, τα λόγια του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, τελευταίου βασιλιά του Βυζαντίου, μιλούν άραγε σήμερα ακόμη στις καρδιές μας; Έχουν κάποια αξία συγκινησιακής τάξεως; Αν ναι, αυτό είναι εξαιρετικά ελπιδοφόρο.

«Ιστορία είναι η πνευματική εικόνα, που διαμορφώνουμε περί τα συμβάντα μιας δεδομένης εποχής.» Σε διάκριση επομένως από την Κοινωνιολογία, η Ιστορία περισσότερο επιδιώκει να σχηματίσει και όχι να επεξηγήσει στον άνθρωπο την έννοια του ιστορικού συνεχούς.
Φτάνουμε έτσι στην ειδοποιό διαφορά της τοποθετήσεως του ανθρώπου μέσα στο κοσμικό περιβάλλον, που είναι η από μέρους του δυνατότητα συνειδητοποιήσεως της ιστορικότητος ή πληρέστερα της χρονικότητος των πράξεών του.
Ο άνθρωπος αξιολογείται ως το μοναδικό ον του πλανήτη μας, το οποίο τέμνει το ιστορικό συνεχές δημιουργώντας με τη συνείδησή του την παροντική του θέση σε διάκριση προς το προτερόχρονο (παρελθόν) και το υστερόχρονο (μέλλον).
Μια δεύτερη διάκριση πραγματοποιείται εκ του γεγονότος ότι ο άνθρωπος επιχειρεί να αξιολογήσει a posteriori αφενός τις ενέργειές του και να ιεραρχήσει a priori αφετέρου τις μελλοντικές του πράξεις.
Έτσι οι πράξεις ανθρώπων του ιστορικού παρελθόντος, όπως για παράδειγμα η αυτοθυσία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου εν προκειμένω, μπορούν να κριθούν μέσα στη χρονική διάρκεια εφόσον η συγκεκριμένη ηθική αξία, όπως εδώ η αυτοθυσία, έχει δεδομένο κύρος αφού η αξιολόγησή της έγινε σε πρότερο χρόνο.
Η αξία όμως σε ύστερο χρόνο μιας ηθικής πράξεως δεν μπορεί να προβλεφθεί ως εκ της φύσεως της χρονικής συνέχειας. Η ηθική πράξη επομένως στο στάδιο της δημιουργίας της είναι αχαρακτήριστη. Βεβαίως η διαχρονικότης των αξιών είναι πάγιο φιλοσοφικό ζήτημα. Πυρήνας της μιας ή της άλλης τοποθετήσεως απέναντι στο ζήτημα των αξιών είναι το αν κάποια συγκεκριμένη δομή ενεργειών συναντάται σε διάφορα ιστορικά περιβάλλοντα σηματοδοτούμενη σταθερά με το ίδιο θετικό πρόσημο.
Η ιστορική συνέχεια δεν επιτρέπει απλοϊκούς ντετερμινισμούς και η σωστή άποψη ότι κάθε αιτιατό έχει το αίτιό του (ή κάθε αίτιο το αποτέλεσμά του) δεν μας επιτρέπει ωστόσο την πρόβλεψη του εκάστοτε αποτελέσματος εκ των προτέρων.
Στο σημείο αυτό η παράδοση γίνεται το κριτήριο, εφόσον αυτό που έρχεται να προσδώσει πλέον κύρος σε μιαν αξία δεν είναι η «προφητική» μελλοντική της λειτουργικότης αλλά η παρελθοντική της σταθερότης: έτσι για παράδειγμα αναγνωρίζουμε την προσφορά της αυτοθυσίας του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στο βωμό της διαχρονικής ανεξαρτησίας του Γένους.

Όταν ο άνθρωπος δρα συνειδητά αυτομάτως διαστέλλει τον χρόνο, προβάλλει τις συνέπειες των ενεργειών του σε ύστερο χρόνο . Αν ζητούσαμε επομένως χρονικές αναγκαιότητες στην ηθική πράξη π.χ. στην αυτοθυσία, θα τις διακρίναμε διττά:

α. Μια αναγκαιότητα εκ των έξω, που συγκρατεί το συνεχές της χρονικότητος, και
β. Μια αναγκαιότητα εκ των ένδον, που άλλοτε αμβλύνει και άλλοτε οξύνει  τη χρονικότητα.
Στην πρώτη περίπτωση η χρονικότης δρα καταναγκαστικά ενώ στη δεύτερη ο άνθρωπος οδηγείται ελεύθερα στην προσφορά με πλήρη επίγνωση της σημασίας της. Επομένως η «εν καιρώ» και «συν τω χρόνω» εκπεφρασμένη προθετικότης βρίσκεται στην πηγή της ηθικής πράξεως.

Κάθε λαός έχει την ιστορική του συνέχεια, από την ποιότητα της οποίας καθορίζονται το επίπεδο ζωής του και η δημιουργικότητά του, ενώ παράλληλα μόνο η συνείδηση αυτής της ιστορικότητος διατηρεί ένα λαό μέσα στον χρόνο με αναλοίωτη την εθνική φυσιογνωμία του.
 Η ταυτότητα αυτή του έθνους τού εξασφαλίζει την αντίσταση εμπρός σε πιθανούς κινδύνους αφομοιώσεως και του προσθέτει ισχύ εσωτερική προερχόμενη από τη συνοχή και την ομοψυχία. Έτσι ακόμη και την ίδια την εθνική του υπόσταση κατοχυρώνει με την ύπαρξη κοινής πίστεως στις εθνικές του αξίες, όταν και όπου αυτό χρειαστεί.

Ο σημερινός δυτικός πολιτισμός είναι η συνέχεια μιας πορείας, που από όλους αναγνωρίζεται πως την ξεκίνησε το Ελληνικό ορθολογικό πνεύμα . Η ανάπτυξη ωστόσο των διεθνών σχέσεων, ο ισοπεδωτικός χαρακτήρας της καταναλωτικής εποχής , η υποβάθμιση όλων των πνευματικών αξιών – και επομένως και των εθνικών – σε συνδυασμό με τις ποικίλες εξαρτήσεις των «μικρών» χωρών από τις οικονομικά και πολιτικά ισχυρές, δημιουργούν εύλογη ανησυχία για τον κίνδυνο, που καραδοκεί σε σχέση με την αλλοτρίωση της εθνικής ταυτότητας.

Αυτή η πατρίδα λοιπόν, η Ελλάδα μας, ακουμπάει πάνω στη μακραίωνη Ιστορία της. Το ελληνικό έθνος είναι κάτι πολύ ευρύτερο από τα εθνικά κράτη, που δημιουργήθηκαν στην ήπειρό μας μόλις τον δέκατο ένατο αιώνα: ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.  Ερχόμαστε από πολύ μακριά,  ταξιδευτές στο φουρτουνιασμένο πέλαγος της Ιστορίας μας.

Η συνείδηση της ελληνικής εθνικής ταυτότητος αποτελεί μια διαχρονία με συνέχειες και ασυνέχειες, που εκφράζεται σε όλο το ΕΙΝΑΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ: στην τέχνη, στην πίστη, στη νοοτροπία … και επειδή η επιστήμη της Ιστορίας είναι «καταδικασμένη» να έχει ιδεολογικό πρόσημο, σίγουρο καταφύγιο κι αραξοβόλι παραμένει κυρίως η Παράδοση.

Είναι ισχυρή όμως η παράδοση; Άραγε την φοβάται κανείς;
Θα σας αναφέρω ένα γεγονός: Ο αμερικανός Ιστορικός του δεκάτου ενάτου αιώνα Γκρόσβενορ αναφέρει ότι στη συνοικία της Κωνσταντινούπολης Αμπού Βέφα, υπήρχε ένας χαμηλός ανώνυμος τάφος, στον οποίο οι κάτοικοι της περιοχής παραδοσιακά προσκυνούσαν και τελούσαν τρισάγια και μνημόσυνα με την πίστη ότι εκεί ήταν θαμμένος ο τελευταίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος.
Οι Τούρκοι ερήμωσαν τον τάφο κι όλη την περιοχή και επεβλήθησαν ποινές σε όσους τολμούσαν να τον επισκεφτούν ή να αναφερθούν απλώς σε αυτόν.

ΝΑΙ Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΡΟΜΑΖΕΙ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ ΓΙΑΤΙ ΔΙΑΣΩΖΕΙ  ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΕΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ. Αυτή είναι η κινητήρια δύναμη για τις μελλοντικές γενιές.


Αντί επιλόγου:

Αλλά ας δούμε τι έγινε με εκείνους που διέφυγαν στη Δύση: Ολόκληρος ο αιώνας δημιουργίας της Αναγέννησης ο «κουατροτσεντο» σφραγίστηκε από προσωπικότητες των Ελλήνων, που μεταλαμπάδευσαν τον βυζαντινό πολιτισμό στους δυτικούς.
Προσωπικότητες όπως ο περίφημος καρδινάλιος Βασίλειος Βησσαρίωνας , ο σπουδαίος διανοούμενος της Ρώμης, που άφησε την πλουσιότατη βιβλιοθήκη του στη Βενετία, ο Κρητικός Νικόλαος Βλαστός ( ο τυπογράφος) και ο Ζαχαρίας Καλλέργης ,που τύπωσαν στο πρώτο ελληνικό τυπογραφείο της Βενετίας το 1499, το πρώτο βιβλίο με τίτλο «Μεγάλο Ετυμολογικό Λεξικό » (είχε καταγραμμένες  όλες τις γνωστές ελληνικές λέξεις), ο άλλος Κρητικός Μάρκος Μουσούρος ,συγγραφέας και κριτής όλων των ελληνικών βιβλίων που εκδίδονταν στο κράτος των Ρωμιών της Σιένας, ο Ιανός Λάσκαρης, που δίδαξε σε διάφορα πανεπιστήμια της Ιταλίας και της Φλωρεντίας,   και διατέλεσε σύμβουλος του βασιλιά στο Παρίσι, ο επίσκοπος Μεθώνης Γαβριήλ Πλουσιδιανός, και κυρίως η Άννα Παλαιολογίνα Νοταρά ,ο συνδετικός κρίκος όλων των Ελλήνων της Διασποράς
Άννα Παλαιολογίνα Νοταρά , η τελευταία αυτοκράτειρα των Ρωμιών….
Άννα Παλαιολογίνα Νοταρά : η λησμονημένη και θλιμμένη τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου, που τόσο πολύ αγαπήθηκε και μισήθηκε από το λαό της.
Η Άννα Παλαιολογίνα Νοταρά ,  μεγάλωσε σε μια επαρχιακή πόλη (Μυστρά) της διαλυμένης αυτοκρατορίας  , μαθήτευσε δίπλα στον πάνσοφο Πλήθωνα Γεμιστό και  τελικά το όνομά της έγινε ξακουστό σε όλα τα μέρη, όπου κατοικούσαν Ρωμιοί , στη Μεσόγειο και την Ευρώπη.
Η Άννα Παλαιολογίνα Νοταρά έκανε αγαθοεργίες, έκτισε εκκλησίες, διοργάνωσε συσσίτια για φτωχούς , στέγασε άπορους Ρωμιούς,  χρηματοδότησε το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο στη Βενετία το 1449,  έστειλε βιβλία στις σκλαβωμένες περιοχές της Ελλάδας, για τη διαφώτιση όλου του γένους και  κατασκεύασε μια νέα Ελλάδα στην Ιταλία ,το κράτος της Σιένα, με 5.000 περίπου ελεύθερους Ρωμιούς.

Ας αναλογιστούμε με την ευκαιρία της σημερινής ημέρας ιστορικής μνήμης : Πόσα από τα παραπάνω γνωρίζουμε; Πρέπει να τα γνωρίζουμε; Και το κυριότερο: Πόσα από τα παραπάνω, που συναποτελούν την αναπαλλοτρίωτη πνευματική κληρονομιά των παιδιών μας έχουμε καθήκον να τους μεταλαμπαδεύσουμε;

Η ιστορική μνήμη πρέπει να μένει άσβηστη και η παράδοση λειτουργική και ζωντανή γιατί αυτά τα δύο απαρτίζουν την ιστορική συνείδησή μας.


Κωνσταντίνα Παλαμιώτου
δρ. Φιλοσοφίας Ε.Κ.Παν/μίου Αθηνών
τ. σχολική σύμβουλος φιλολόγων